Στο παιδί μου ......

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλί
Για τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο
Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώ
Λέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,
Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνω
ονόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Ο ψαράς και η χαμένη ευκαιρία

Ένας ψαράς κατεβαίνει κάθε νύχτα στην παραλία για να ρίξει τα δίχτυα του. Ξέρει πως όταν βγαίνει ο ήλιος έρχονται τα ψάρια στην παραλία για να φάνε αχιβάδες, γι΄αυτό πάντα ρίχνει τα δίχτυα του πριν ξημερώσει.
Έχει ένα καλυβάκι στην παραλία και κατεβαίνει μες τη νύχτα με τα δίχτυα στον ώμο. Με τα πόδια γυμνά και τα δίχτυα μισοαπλωμένα, μπαίνει στη θάλασσα.
Αυτή τη νύχτα, για την οποία μας μιλάει η ιστορία, όπως πάει να μπει στο νερό, αισθάνεται το πόδι του να χτυπάει πάνω σε κάτι πολύ σκληρό στον πάτο της θάλασσας. Το πασπατεύει και βλέπει πως είναι πράγματι κάτι σκληρό, σαν πέτρες, τυλιγμένες σε μια σακούλα.
Εκνευρίζεται και μουρμουρίζει: ¨Ποιος ηλίθιος πετάει τέτοια πράγματα στην παραλία…” Και αμέσως διορθώνει : “Στη δική μου παραλία.
“Κι εγώ, έτσι απρόσεκτος που είμαι, κάθε φορά που θα μπαίνω στο νερό, θα σκοντάφτω πάνω στις πέτρες….” Αφήνει λοιπόν κάτω τα δίχτυα, σκύβει, πιάνει τη σακούλα και τη βγάζει από το νερό. Την αφήνει στην ακροθαλασσιά, και ξαναμπαίνει με τα δίχτυα στο νερό. Είναι θεοσκότεινα…΄Ισως γι΄αυτό, όπως βγαίνει πάλι από τη θάλασσα, πάλι σκοντάφτει πάνω στη σακκούλα που είναι τώρα έξω, στην παραλία.
Ο ψαράς σκέφτεται: ”Δεν είμαι στα καλά μου”. Βγάζει λοιπόν το σουγιά του, ανοίγει τη σακούλα και ψαχουλεύει. Έχει κάμποσες πέτρες, μεγάλες σαν πορτοκάλια, βαριές και στρογγυλεμένες. Ο ψαράς ξανασκέφτεται “μα ποιος είναι αυτός ο ηλίθιος που τυλίγει πέτρες και τις πετάει στο νερό…” Ενστικτωδώς, παίρνει μία, τη ζυγίζει στο χέρι του και την πετάει στη θάλασσα.
Μόλις λίγα δευτερόλεπτα μετά ακούει τον θόρυβο της πέτρας που βουλιάζει στα βαθιά. Πλουπ!
Βάζει το χέρι του στη σακούλα, παίρνει άλλη μια πέτρα και την πετάει στο νερό. Ακούει ξανά το πλουπ!
Αυτή την πετάει από την άλλη μεριά, πλαφ! Μετά, αρχίζει να τις εκσφενδονίζει δύο δύο και ακούει πλουπ -πλουπ! Ύστερα προσπαθεί να τις ρίξει πιο μακριά, και με γυρισμένη την πλάτη, και με όλη του τη δύναμη, πλουπ – πλαφ!….
Διασκεδάζει…ακούει τους διαφορετικούς ήχους, πετάει πέτρες, υπολογίζει το χρόνο που κάνουν να πέσουν στο νερό, και δοκιμάζει…πότε με δύο, πότε με μία, και με κλειστά μάτια τώρα, και με τρεις μαζί…και συνεχίζει να πετάει τις πέτρες στη θάλασσα.
Μέχρι που αρχίζει να βγαίνει ο ήλιος.
Ο ψαράς ψαχουλεύει και βρίσκει μονάχα μία πέτρα μέσα στη σακούλα.
Ετοιμάζεται λοιπόν να την πετάξει πιο μακριά από τις άλλες, γιατί είναι η τελευταία κι εχει ήδη βγει ο ήλιος.
Και όπως τεντώνει το χέρι του προς τα πίσω για να την πετάξει με όλη του τη δύναμη, αρχίζει να φωτίζει ο ήλιος και βλέπει στην πέτρα μια χρυσαφένια μεταλλική λάμψη που του τραβάει την προσοχή.
Ο ψαράς συγκρατεί την παρόρμηση να πετάξει την πέτρα και την κοιτάζει προσεκτικά. Η πέτρα αντανακλά τον ήλιο μέσα από τη βρομιά που την καλύπτει. Την τρίβει ο ψαράς λες κι είναι μήλο πάνω στα ρούχα του, και η πέτρα αρχίζει να λάμπει ακόμη πιο πολύ. Έκπληκτος, τη χτυπάει ελαφρά και αντιλαμβάνεται ότι είναι από μέταλλο. Αρχίζει τότε να την τρίβει και να την καθαρίζει με άμμο και με το πουκάμισό του, και συνειδητοποιεί πως η πέτρα είναι από καθαρό χρυσάφι. Μια πέτρα από ατόφιο χρυσάφι σε μέγεθος πορτοκαλιού! Η χαρά του σβήνει όμως μόλις σκέφτεται ότι η πέτρα αυτή είναι σίγουρα ίδια με όλες τις άλλες που πέταξε στη θάλασσα.
Και σκέφτεται: “Τι χαζός που ήμουνα!
Είχε στα χέρια του μια σακούλα γεμάτη πέτρες από χρυσό και τις πετούσε στη θάλασσα γιατί του άρεσε να ακούει τον ηλίθιο θόρυβο που έκαναν όταν έπεφταν στο νερό… Αρχίζει τότε να οδύρεται, να κλαίει και να θρηνεί…να λυπάται για τις χαμένες πέτρες…Και να σκέφτεται πως είναι άτυχος, ένας δυστυχισμένος άνθρωπος … είναι τρελός, είναι ηλίθιος …
Μετά σκέφτεται…Αν έμπαινε στη θάλασσα, αν κατάφερνε να βρει μια στολή δύτη και βούταγε στα βαθιά, αν ήταν μέρα, αν είχε τον εξοπλισμό που έχουν οι δύτες για να ψάξει … Κι όλο κλαίει γοερά και οδύρεται ….
Ο ήλιος έχει πια ανατείλει.
Και ξαφνικά συνειδητοποιεί πως έχει ακόμη την πέτρα … συνειδητοποιεί πως ο ήλιος θα μπορούσε να είχε αργήσει ένα δευτερόλεπτο ακόμη, ή εκείνος θα μπορούσε να είχε ρίξει την πέτρα πιο γρήγορα, και τότε δεν θα είχε μάθει ποτέ για τον θησαυρό που έχει τώρα στα χέρια του.
Αντιλαμβάνεται τελικά ότι κατέχει έναν θησαυρό, κι ότι ο θησαυρός αυτός είναι από μόνος του μια τεράστια περιουσία για έναν φτωχό ψαρά όπως εκείνος.
Αντιλαμβάνεται πόσο τυχερός είναι που μπορεί να κρατήσει τον θησαυρό που έχει ακόμα στα χέρια του.

*****************************************************************************************************************************************************************

Μακάρι να μπορούσαμε να είμαστε πάντοτε τόσο σοφοί, ώστε να μην κλαίμε για τις πέτρες, τις ευκαιρίες, που απροετοίμαστοι ίσως τις πετάξαμε, τις χαραμίσαμε, τα πράγματα εκείνα που έφερε η θάλασσα και τα πήρε μετά... Μακάρι να είμαστε έτοιμοι να δούμε τη λάμψη στις πέτρες που έχουμε στα χέρια μας και να μπορούμε να τις χαιρόμαστε για την υπόλοιπη ζωή μας.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι Ο Δρόμος των Δακρύων, Φύλλα Πορείας ΙΙΙ

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή

[...] Καλλιτέχνης θα πει: να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις όπως το δέντρο, που δε βιάζει το χυμό του, που αδείλιαστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες, χωρίς να φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι έρχεται. Έρχεται, όμως, μονάχα για κείνους που ξέρουν να προσμένουν, ξένοιαστοι και γαλήνιοι σα να ’χανε μπροστά τους την αιωνιότητα. Κάθε μέρα που ’ρχεται και φεύγει μου φέρνει τούτη τη διδαχή – διδαχή πληρωμένη με πόνους, που τους χρωστώ, ωστόσο, χάρη: Υπομονή, αυτό είναι το μεγάλο μυστικό!

[...] Οι άνθρωποι έχουν βρει για το καθετί την ευκολότερη (συμβατική) λύση, την ευκολότερη απ’ όλες τις εύκολες λύσεις. Είναι, ωστόσο, φανερό πως πρέπει να στεκόμαστε στο Δύσκολο. Κάθε ζωντανή ύπαρξη σ’ αυτό στέκεται. [...]

[...] Είναι γόνιμη η μοναξιά, επειδή είναι δύσκολη. Ένας παραπάνω λόγος για να επιχειρήσουμε κάτι, πρέπει να ’ναι η δυσκολία που το κάτι αυτό παρουσιάζει.
Γόνιμος είναι κι ο έρωτας: επειδή κι ο έρωτας είναι δύσκολος. Έρωτας του ανθρώπου για τον άνθρωπο: ίσως αυτό να ’ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξεν η μοίρα, το πιο απόμακρο, η τελευταία δοκιμασία, το έργο που όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του. [...]

[...] Έρωτας δε θα πει ν’ ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον. Είναι μια σπάνια ευκαιρία να ωριμάσεις, ν’ αποχτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου. Είναι μια υψηλή, ακράτητη αξίωση, που σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ’ απέραντα πλάτη. [...]

[...] Όσο πιο πολύ αποζητάμε τη μοναξιά στη ζωή μας, τόσο περισσότερο ζυγώνουμε το μεγάλο νόημα του έρωτα και του θανάτου. [...]

[...] Αναρωτηθήκατε αν οι μεγάλες θλίψεις δε διαπεράσανε το εσώτερο Είναι σας; Αν δεν αλλάξατε, σεις, κάπου, σε κάποιο σημείο της υπόστασής σας, την ώρα που ήσαστε θλιμμένος; Επικίνδυνες και βλαβερές είναι μονάχα κείνες οι θλίψεις που, για να τις βουβάνουμε, τις σέρνουμε μέσα στον όχλο. Όπως οι αρρώστιες που γιατρεύτηκαν ανόητα κι επιπόλαια, πισωπλατίζουν κι εκείνες για λίγο μόνο, κι έπειτα ξαναγυρνάνε πιο τρομερές. Και στοιβάζονται εντός μας κι είναι ζωή κι αυτές, ζωή καταφρονεμένη όμως, χαμένη ζωή, που δεν τη ζήσαμε, και που μπορεί ωστόσο να μας φέρει στο θάνατο. [...]

[...] Σιγά σιγά θα διδαχτούμε πως αυτό που ονομάζουμε Μοίρα δεν έρχεται απ’ έξω στον άνθρωπο, μα βγαίνει απ’ τον άνθρωπο τον ίδιο. [...]

[...] Δε φταίει μονάχα η τεμπελιά, που οι σχέσεις των ανθρώπων επαναλαμβάνονται με τόση ανείπωτη μονοτονία, χωρίς ν’ ανανεώνονται κάθε φορά: φταίει κι ο φόβος, ο φόβος μας μπροστά σε κάτι καινούριο, που δε μπορούμε να προμαντέψουμε ποιο θα ’ναι το τέλος του και που δεν έχουμε το κουράγιο ν’ αντιμετρηθούμε μαζί του. Όμως, μονάχα εκείνος που είναι προετοιμασμένος για όλα, που δεν αρνιέται τίποτα, ούτε και το αίνιγμα – μονάχα αυτός θα ζήσει τις σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο σ’ όλη τους τη ζωντάνια, και, σύγκαιρα, θα φτάσει ως το βάθος της δικιάς τους της υπάρξης. Γιατί, αν στοχαστούμε την ύπαρξη του ατόμου σαν ένα μεγάλο ή μικρό δωμάτιο, είναι ολοφάνερο πως οι περισσότεροι δεν έμαθαν να γνωρίζουν παρά μια μονάχα γωνιά του δωματίου τους, μια θέση κοντά στο παράθυρο, μια λουρίδα όπου πηγαινοέρχονται. Έτσι, βρίσκονται σε μια κάποια ασφάλεια. Κι ωστόσο, πόσο πιο ανθρώπινη είναι κείνη η γεμάτη κινδύνους «έλλειψη – ασφάλειας», που σπρώχνει τους φυλακισμένους, στις ιστορίες του Poe, να «εξερευνούν» με τα δάχτυλά τους τα τρομαχτικά μπουντρούμια τους, και να νιώθουν πέρα ως πέρα όλους τους ανείπωτους τρόμους της φυλάκισής τους εκεί μέσα. Εμείς όμως δεν είμαστε φυλακισμένοι. Καμιά παγίδα, κανένα δόκανο, δεν είναι στημένα γύρω μας. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα, για τίποτα να ταραχτούμε. Έχουμε τοποθετηθεί μέσα στη ζωή – στο στοιχείο που μας ταιριάζει καλύτερα απ’ όλα.
[...] Δεν έχουμε κανένα λόγο να’μαστε δύσπιστοι απέναντι στον Κόσμο μας, μια και δε μας είναι εχθρικός κι ενάντιος. Αν υπάρχουν τρόμοι μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο, είναι τρόμοι δικοί μας. Αν υπάρχουν γκρεμνοί, δικοί μας γκρεμνοί είναι. Αν υπάρχουν κίνδυνοι, πρέπει να προσπαθήσουμε να τους αγαπήσουμε. Κι αν πλάσουμε τη ζωή μας σύμφωνα με την αρχή πως πρέπει πάντα ν’ αποζητάμε το δύσκολο – τότε όλα κείνα, που σήμερα ακόμα μας φαίνονται τόσο ξένα, θα πλημμυρίσουν εμπιστοσύνη και πίστη. Πώς θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε τους αρχαίους εκείνους μύθους, που ανταμώνουμε στα πρώτα βήματα όλων των λαών, τους μύθους των δράκων που, την κρίσιμη στιγμή, μεταμορφώνονται σε πριγκιπέσες; Ίσως όλοι οι δράκοι της ζωής μας να ’ναι πριγκιπέσες, που δεν προσμένουν παρά την ώρα που θα μας δουν όμορφους και τολμηρούς. Ίσως καθετί τρομαχτικό να ’ναι, στο απώτατο βάθος του, έρημο κι αβοήθητο και να προσμένει από μας βοήθεια. [...]


Επιλεγμένα σημεία από το αριστούργημα του Ρίλκε, Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή, μτφ. Μάριου Πλωρίτη, εκδ. Ίκαρος

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Δημήτρη Μπουραντά, Όλα σου τα 'μαθα, μα ξέχασα μια λέξη

Αν είχαμε δύο ζωές, θα ζούσαμε την πρώτη μας ζωή σαν πρόβα, σαν δοκιμή, για να μάθουμε να ζήσουμε όπως θα θέλαμε τη δεύτερη. Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Η ζωή μας είναι μόνο μία, και μάλιστα μικρής διάρκειας. Αυτό το θέατρο μπορούμε να το παίξουμε μόνο μια φορά. Χωρίς πρόβα, χωρίς δοκιμή. Γι’ αυτό, πρέπει να το παίξουμε όσο γίνεται καλύτερα και για μας τους ίδιους και για όσους αγαπάμε. Εμείς γράφουμε το σενάριο που μας αξίζει. Εμείς φτιάχνουμε τα σκηνικά που μας αρέσουν. Εμείς επιλέγουμε τους ηθοποιούς. Εμείς είμαστε οι πρωταγωνιστές και ταυτόχρονα οι θεατές. Στο τέλος εμείς θα το χειροκροτήσουμε ή δε θα το χειροκροτήσουμε.
Οι επιλογές μας είναι που καθορίζουν το θέατρο της ζωής μας. Το τι και πώς σκεφτόμαστε, τι αισθανόμαστε, το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο, το τι κάνουμε, ποιοι είμαστε, τι θα γίνουμε, πού θα πάμε, πώς θα πάμε και το πώς θα φύγουμε, όλα αυτά είναι κατ’ ουσίαν αποτέλεσμα των δικών μας επιλογών. Λίγο ή πολύ, όλοι μας σχεδόν είμαστε αποτελέσματα των επιλογών μας. Συνεπώς, η κατανόηση της ελευθερίας να επιλέγουμε είναι προϋπόθεση για να ζήσουμε τη ζωή μας και να μην αφήσουμε να μας ζήσει αυτή. Να δημιουργήσουμε το πεπρωμένο μας και να μην αφήσουμε να μας το δημιουργήσουν οι άλλοι. Να ζήσουμε δηλαδή μια ζωή που, αν ήταν να την ξαναζήσουμε για δεύτερη φορά, θα θέλαμε να είναι η ίδια. Γι’ αυτό χρειάζεται γνώση. Όσο περισσότερη γνώση, τόσο περισσότερες εναλλακτικές επιλογές και τόσο πιο σωστή η αξιολόγησή μας γι’ αυτές.
Απαραίτητη προϋπόθεση για όλους μας, ώστε να ζήσουμε όσο μπορούμε καλύτερα τη ζωή μας, είναι η αυτογνωσία, η κατανόηση του εαυτού μας, των αναγκών μας, των συναισθημάτων, των συγκινήσεων, των δυνατοτήτων και των αδυναμιών μας, να καταλάβουμε ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, πού και πώς θέλουμε να πάμε. Αναμφισβήτητα, στον πολύπλοκο, χαοτικό και αβέβαιο κόσμο που ζούμε δε γνωρίζουμε εκ των προτέρων τα αποτελέσματα, το κόστος και τα οφέλη των επιλογών μας. Εκτός αυτού, στη ζωή έχουμε πολύ συχνά να αντιμετωπίσουμε αντιφάσεις και διλήμματα. Έτσι, εξίσου αναγκαία προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μιας σταθεράς ή, καλύτερα μιας πυξίδας για να πορευτούμε τη διαδρομή που εμείς θέλουμε: ένας πυρήνας διαχρονικών αξιών ικανών να καθοδηγούν τη σκέψη και τη συμπεριφορά, τις επιλογές και τις πράξεις μας. Οι αξίες βεβαίως, είναι προσωπικό ζήτημα του καθενός μας. Όμως, αν θέλουμε να πορευτούμε και να ζήσουμε σε μια κοινωνία ανθρώπινη και πολιτισμένη, βασικές αξίες για όλους, είναι η ακεραιότητα, η εντιμότητα, η ελευθερία, ο αυτοσεβασμός, ο σεβασμός των δικαιωμάτων του άλλου, η υπευθυνότητα, η διάθεση για συνεργασία, η αγάπη, η γενναιοδωρία, η συμπόνια. Πέραν όλων αυτών, για να ζήσουμε τη ζωή μας και να μην αφήσουμε να μας ζήσει αυτή, χρειαζόμαστε όνειρο και νόημα ζωής. Είναι αναγκαίο να έχουμε υπομονή, επιμονή, στόχους, εστίαση σ’ αυτούς, πειθαρχία και μέθοδο σκέψης και δράσης. Χρειαζόμαστε επιπλέον πρωτότυπη και δημιουργική σκέψη. Πρέπει να μάθουμε να ακούμε την εσωτερική μας φωνή και να γινόμαστε παρατηρητές του εαυτού μας, έχοντας αυτοπεποίθηση, κουράγιο και τόλμη.
Ως άνθρωποι, όλοι διαθέτουμε μεγάλα περιθώρια προσωπικής ανάπτυξης, αλλά βεβαίως αυτό απαιτεί την ικανότητα να ζούμε μαθησιακά το ταξίδι της ζωής μας. Δηλαδή να μαθαίνουμε από τα λάθη, τις επιτυχίες και τις αποτυχίες, τις εμπειρίες τις δικές μας και των άλλων, μία ικανότητα που απαιτεί ως προϋπόθεση την ισχυρή θέληση και την πίστη.



κάποια σημεία από την εισαγωγή του βιβλίου

του Δημ. Μπουραντά, Όλα σου τα 'μαθα μα ξέχασα μια λέξη